|
| ΓΙΕ ΜΟΥ ΠΩΣ ΗΡΘΕΣ ΖΩΝΤΑΝΟΣ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΖΟΦΕΡΟ ΣΚΟΤΑΔΙ; | |
|
| Μάνα το χρέος με εφερε κάτω στον Άδη. Χρησμό γυρεύωντας από του Τειρεσία την ψυχή | |
|
|
|
|
|
| Πες μου για το πατέρα, τον γιο μου που εγκατέλειψα τη βασιλεία μου κρατούν ακόμα εκείνοι; Πες μου για την γυναίκα που παντρεύτικα στέκει στο πλάι του γιού μου; | |
|
| Ησύχασε, εκείνει μένει εκεί και κανει υπομόνη στο σπίτι σου κλεισμένη. Τη βασιλική τιμη σου κανείς δεν την άρπαξε. Οπατέρας σου μέναι αδιάκοπα στα χωράφια, περίλυπος ποθώντας το δικο σου νόστο. | |
|
|
|
|
|
| Αλήθεια ποιά μοίρα τάχα να σε δάμασε αμείλικτου θανάτου; | |
|
| Μόνο ο πόθος μου για σένα, το ξύπνιο σου μυαλό, λαμπρέ Οδυσσέα , για την ευγενική σου καλοσύνη αυτά μου στέρησαν την γλυκία μου την ζωή! | |
|
|
|
|